Кусок στα ελληνικά

Μετάφραση: кусок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάπι, δάγκωμα, τσιμπολόγημα, πλατεία, πλάκα, αποφάγια, τετράγωνο, μπουκιά, θραύσμα, κάγκελο, κέικ, φράζω, εμποδίζω, φίμωτρο, μπαρ, δαγκώνω, ένα κομμάτι, ένα τεμάχιο, κομμάτι, ένα τμήμα, τεμάχιο
Кусок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • близкие στα ελληνικά - οικειότητα, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
  • внутриглазной στα ελληνικά - ενδοφθάλμια, ενδοφθάλμιας, ενδοφθάλμιο, της ενδοφθάλμιας, ενδοφθάλμιος
  • въедливый στα ελληνικά - θυελλώδης, πικρός, σχολαστικός, λεπτολόγος, σχολαστική, προσεγμένη, σχολαστικό
  • гуммиарабик στα ελληνικά - κολλώ, μαστίχα, κόλλα, αραβικό κόμμι, το αραβικό κόμμι, αραβικού κόμμεος, είναι το αραβικό κόμμι
Τυχαίες λέξεις
Кусок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάπι, δάγκωμα, τσιμπολόγημα, πλατεία, πλάκα, αποφάγια, τετράγωνο, μπουκιά, θραύσμα, κάγκελο, κέικ, φράζω, εμποδίζω, φίμωτρο, μπαρ, δαγκώνω, ένα κομμάτι, ένα τεμάχιο, κομμάτι, ένα τμήμα, τεμάχιο