Лад στα ελληνικά
Μετάφραση: лад, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμφωνία, ησυχασμός, αρμονία, ειρήνη, ομόνοια, διάθεση, διάθεσης, της διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амфибия στα ελληνικά - αμφίβιο, αμφιβίων, αμφιβίου, των αμφιβίων, αμφίβιου αεροπλάνου
- бессистемный στα ελληνικά - ακανόνιστος, άτακτος, απρογραμμάτιστος, unsystematic, μη συστηματική, μη συστηματικές, μη συστηματικό
- возгораемый στα ελληνικά - εύφλεκτα, εύφλεκτο, εύφλεκτων, εύφλεκτες, εύφλεκτου
- желчность στα ελληνικά - ίκτερο, χολή, δριμύτητα, ίκτερος, πικρία, οξύτητα, την πικρία, ...
Τυχαίες λέξεις
Лад στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμφωνία, ησυχασμός, αρμονία, ειρήνη, ομόνοια, διάθεση, διάθεσης, της διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση
Μεταφράσεις: συμφωνία, ησυχασμός, αρμονία, ειρήνη, ομόνοια, διάθεση, διάθεσης, της διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση