Лексика στα ελληνικά
Μετάφραση: лексика, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бессистемный στα ελληνικά - ακανόνιστος, άτακτος, απρογραμμάτιστος, unsystematic, μη συστηματική, μη συστηματικές, μη συστηματικό
- бродяжничество στα ελληνικά - αλητεία, επαιτείας, επαιτεία, η αλητεία
- выудить στα ελληνικά - αρπάζω, ψάρι, αγκιστρώνω, γάντζος, άγκιστρο, πιάνω, εκχύλισμα, ...
- диалект στα ελληνικά - τόνος, διάλεκτος, διάλεκτο, διαλέκτου, ιδίωμα, τη διάλεκτο
Τυχαίες λέξεις
Лексика στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
Μεταφράσεις: λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό