Ликвидный στα ελληνικά
Μετάφραση: ликвидный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρήγορος, γοργός, υγρό, υγρού, υγρή, υγρών, υγρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- брейк στα ελληνικά - διάλειμμα, διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, ...
- ввертеть στα ελληνικά - βίδα, βιδώνω, vvertet
- выявляться στα ελληνικά - ανακαλύπτω, δείχνω, παράσταση, εμφαίνω, έρχονται, έρθουν, έρθει, ...
- доить στα ελληνικά - γάλα, αρμέγω, γάλακτος, γαλακτοκομικών, το γάλα, του γάλακτος
Τυχαίες λέξεις
Ликвидный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρήγορος, γοργός, υγρό, υγρού, υγρή, υγρών, υγρά
Μεταφράσεις: γρήγορος, γοργός, υγρό, υγρού, υγρή, υγρών, υγρά