Лингвист στα ελληνικά
Μετάφραση: лингвист, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολογία, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Μεταφράσεις
- барабан στα ελληνικά - τύμπανο, κύλινδρος, τυμπάνου, το τύμπανο, του τυμπάνου, τύμπανου
- близкий στα ελληνικά - κολλητός, πρόχειρος, ενδόμυχος, στενός, συγγενικός, συγγενής, εύχρηστος, ...
- боливия στα ελληνικά - Βολιβία, Βολιβίας, τη Βολιβία, της Βολιβίας, η Βολιβία
- домкрат στα ελληνικά - γρύλος, Jack, ο Jack, του Jack, γρύλο
Τυχαίες λέξεις
Лингвист στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολογία, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς
Μεταφράσεις: γλωσσομαθής, γλωσσολόγος, γλωσσολογία, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθούς