Γλωσσολογία στα ρωσικά

Μετάφραση: γλωσσολογία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
языкознание, лингвистика, языковед, лингвист, лингвистики, лингвистике, языкознания
Γλωσσολογία στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γλωσσολογία

γλωσσολογία σχολή, γλωσσολογία απθ, γλωσσολογία και μετάφραση, γλωσσολογία σε εφαρμογή, γλωσσολογία - κέντρο εκπαίδευσης μεταφραστών & διερμηνέων, γλωσσολογία λεξικό γλώσσας ρωσικά, γλωσσολογία στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • γλυπτό στα ρωσικά - вылепить, скульптура, скульптор, ваяние, изваять, инкрустация, изваяние, ...
  • γλωσσικός στα ρωσικά - языковедческий, лингвистический, языковой, речевой, языковое, лингвистическая, лингвистическое
  • γλωσσολόγος στα ρωσικά - языковед, лингвист, лингвистом, лингвиста
  • γλωσσομαθής στα ρωσικά - лингвист, языковед, лингвистом, лингвиста
Τυχαίες λέξεις
Γλωσσολογία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: языкознание, лингвистика, языковед, лингвист, лингвистики, лингвистике, языкознания