Лира στα ελληνικά
Μετάφραση: лира, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιρέτα, λίρα, Lira, λίρας, λίρες, λιρέτας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- действенный στα ελληνικά - αναπληρωματικός, αποτελεσματικός, δραστήριος, αποδοτικός, ακμαίος, ενεργός, ισχυρός, ...
- дизайнер στα ελληνικά - σχεδιαστής, σχεδιαστή, σχεδιαστών, designer, επώνυμα
- долготерпеливый στα ελληνικά - μακρόθυμος, πολύπαθη, μακροθυμία, πολύπαθο, την πολύπαθη
- женщина-полицейский στα ελληνικά - αστυνομικίνα, Αστυνομικίνας, αστυνομικός, policewoman, αστυνομικό η
Τυχαίες λέξεις
Лира στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιρέτα, λίρα, Lira, λίρας, λίρες, λιρέτας
Μεταφράσεις: λιρέτα, λίρα, Lira, λίρας, λίρες, λιρέτας