Λιρέτα στα ρωσικά
Μετάφραση: λιρέτα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лира, Lira, лиры, лир, лиру
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιρέτα
ιταλική λιρέτα, λιρέτα εξαρχείων, λιρέτα λεξικό γλώσσας ρωσικά, λιρέτα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- λιπαρός στα ρωσικά - засаленный, скользкий, жирный, промасленный, немытый, непристойный, елейный, ...
- λιποθυμώ στα ρωσικά - слабеющий, обморок, ничтожный, хилый, вялый, незначительный, слабый, ...
- λιτός στα ρωσικά - непьющий, скромный, односложный, сжатый, умеренный, отрегулированный, лапидарный, ...
- λιτότητα στα ρωσικά - экономность, умеренность, бережливость, скромность, расчетливость, бережливости, комиссионном, ...
Τυχαίες λέξεις
Λιρέτα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: лира, Lira, лиры, лир, лиру
Μεταφράσεις: лира, Lira, лиры, лир, лиру