Ловкач στα ελληνικά

Μετάφραση: ловкач, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κομπιναδόρος, αποφεύγων, Dodger, μαρμελάδα, Τέντα, ντόνατς με
Ловкач στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брезент στα ελληνικά - πανί, πλέω, καμβάς, μουσαμάς, αδιάβροχο, μουσαμά, από μουσαμά, ...
  • воплощение στα ελληνικά - ψυχή, δημιουργία, εικόνα, ενσάρκωση, ενσάρκωσης, ενσάρκωσή, την ενσάρκωση, ...
  • всевозможный στα ελληνικά - όλες, όλα, διάφορα, κάθε, όλος, διάφορος, παντοειδής, ...
  • гипертрофия στα ελληνικά - υπερτροφία, υπερτροφίας, υπερτροφία του, υπερτροφίας του, υπερτροφία της
Τυχαίες λέξεις
Ловкач στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κομπιναδόρος, αποφεύγων, Dodger, μαρμελάδα, Τέντα, ντόνατς με