Лёгкое στα ελληνικά

Μετάφραση: лёгкое, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνεύμονας, πνεύμονα, του πνεύμονα, πνευμόνων, των πνευμόνων
Лёгкое στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • воспринимать στα ελληνικά - παίρνω, αντιλαμβάνομαι, διαβλέπω, αντιλαμβάνονται, αντιληφθεί, θεωρούν, αντιλαμβάνεται
  • вспухать στα ελληνικά - φουσκώνω, εξογκώνω, πρήζω, γίνομαι, αρμόζω, φούσκωμα, πρήζεται, ...
  • выискать στα ελληνικά - ανακαλύπτω, δυναμώστε, εμφανιστείτε, εμφανιστούν, εμφανιστεί, μετατρέψει
  • завидующий στα ελληνικά - ζηλιάρης, ζηλότυπος, ζηλεύει, ζηλέψει, ζηλεύουν
Τυχαίες λέξεις
Лёгкое στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνεύμονας, πνεύμονα, του πνεύμονα, πνευμόνων, των πνευμόνων