Маточник στα ελληνικά

Μετάφραση: маточник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωάριο, στύλος, πολλαπλός, ύφος, υγρό, υγρού, ποτό, λικέρ, ποτών
Маточник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вздорить στα ελληνικά - καυγάς, φιλονικία, λογομαχία, καβγαδάκι, καβγαδίζουν
  • воспалиться στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, φλεγμονή, με φλεγμονή, φλεγμονώδεις, φλεγμονώδη, φλεγμονή των
  • двигать στα ελληνικά - μετατοπίζω, αναδεύω, σαλεύω, κινούμαι, μετακινώ, κίνηση, αλλάζω, ...
  • домогаться στα ελληνικά - εποφθαλμιώ, ψάχνω, έρχομαι, αναζητώ, φιλοδοξώ, επιθυμώ, επιθυμήσεις, ...
Τυχαίες λέξεις
Маточник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωάριο, στύλος, πολλαπλός, ύφος, υγρό, υγρού, ποτό, λικέρ, ποτών