Мелочь στα ελληνικά
Μετάφραση: мелочь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιασύνη, τρέχω, ορμή, πραγματάκι, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω
Μεταφράσεις
- безделка στα ελληνικά - πραγματάκι, στολίδι
- выделение στα ελληνικά - θέμα, κατανομή, άφεση, απολύω, καταμερισμός, εκπυρσοκρότηση, αποκόλληση, ...
- девальвирует στα ελληνικά - υποτιμά, απαξιώνει, υποτιμά τον, υποτιμά τη, μειώνει την αξία
- жёрдочка στα ελληνικά - κούρνια, πέρκα, πέρκας, η πέρκα, κούρνιας
Τυχαίες λέξεις
Мелочь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιασύνη, τρέχω, ορμή, πραγματάκι, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω
Μεταφράσεις: βιασύνη, τρέχω, ορμή, πραγματάκι, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω