Мешкотный στα ελληνικά
Μετάφραση: мешкотный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νωχελής, μεγάλος, μαχμουρλής, άτονος, μακρύς, βραδύς, δυσκίνητος, meshkotny
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- банальный στα ελληνικά - κοινός, κοινότυπος, διαμέρισμα, ασήμαντος, απόθεμα, τετριμμένος, παρακρατώ, ...
- випера στα ελληνικά - οχιά, Viper, οχιάς, οχιών, έχιδνα
- гватемалка στα ελληνικά - Γουατεμάλα, Γουατεμάλας, της Γουατεμάλας, της Γουατεμάλα, τη Γουατεμάλα
- группа στα ελληνικά - παρέα, κύκλος, φουρνιά, τοποθετώ, όχλος, αγέλη, υπάγω, ...
Τυχαίες λέξεις
Мешкотный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νωχελής, μεγάλος, μαχμουρλής, άτονος, μακρύς, βραδύς, δυσκίνητος, meshkotny
Μεταφράσεις: νωχελής, μεγάλος, μαχμουρλής, άτονος, μακρύς, βραδύς, δυσκίνητος, meshkotny