Монастырь στα ελληνικά

Μετάφραση: монастырь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονή, αβαείο, μοναστήρι, μονής, μοναστηριού, Ιερά Μονή
Монастырь στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • болгарин στα ελληνικά - Βούλγαρος, βουλγαρική, Βουλγαρικά, βουλγαρικής, βουλγαρικές
  • восковой στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
  • добегать στα ελληνικά - φτάνω, τρέχω, Εισχωρεί, φτάνει, φθάσει, φθάνει, φτάσει
  • завершиться στα ελληνικά - είμαι, βρίσκομαι, διανύω, ολοκληρώθηκε, ολοκληρωθεί, ολοκληρώσει, ολοκλήρωσε, ...
Τυχαίες λέξεις
Монастырь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονή, αβαείο, μοναστήρι, μονής, μοναστηριού, Ιερά Μονή