Μονή στα ρωσικά

Μετάφραση: μονή, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аббатство, монастырь, монахиня, аббат, Abbey, аббатства, аббатством
Μονή στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονή

μονή πεντέλης, μονή βλατάδων, μονή αρκαδίου, μονή πετράκη, μονή καισαριανής, μονή λεξικό γλώσσας ρωσικά, μονή στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • μομφή στα ρωσικά - порицание, осуждение, критика, хула, упрек, упрекнуть, упрекать, ...
  • μονάδα στα ρωσικά - киловатт-час, подраздел, целое, штука, установка, подразделение, аппарат, ...
  • μοναδικός στα ρωσικά - своеобразный, невиданный, неповторяемый, необычайный, особый, смешной, неповторимый, ...
  • μοναξιά στα ρωσικά - уединенность, тоска, уныние, захолустье, одиночество, уединение, грусть, ...
Τυχαίες λέξεις
Μονή στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: аббатство, монастырь, монахиня, аббат, Abbey, аббатства, аббатством