Монахиня στα ελληνικά

Μετάφραση: монахиня, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονή, καλόγρια, μοναχή, μοναχής, καλόγριας, nun
Монахиня στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абразивный στα ελληνικά - τραχύς, τραχιά, λειαντικά, λειαντικό, λειαντικών, αποξεστικό
  • встряхивание στα ελληνικά - ταραχή, ανακίνηση, αναταραχή, ανάδευση, ανάδευσης
  • въесться στα ελληνικά - τρώω, vestsya
  • гаситель στα ελληνικά - σβήνων, αποσβέστης, αποσβεστή, αποσβέστη, αποσβεστήρα
Τυχαίες λέξεις
Монахиня στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονή, καλόγρια, μοναχή, μοναχής, καλόγριας, nun