Мундштук στα ελληνικά
Μετάφραση: мундштук, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρεγάλο, πουρμπουάρ, ποδοκόπι, επιστόμιο, φίμωτρο, κανόνι, αιχμή, στόμιο, ακροστόμιο, επιστομίου, το επιστόμιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- властвовать στα ελληνικά - κυριαρχώ, κανόνας, δεσπόζω, βασιλεία, επικρατώ, υπερισχύω, αποφασίζω, ...
- вожделенный στα ελληνικά - επιθυμητό, επιθυμητή, επιθυμητά, επιθυμητού, επιθυμείται
- вспоминать στα ελληνικά - σκέπτομαι, αναπολώ, θυμάμαι, αναφορά, νομίζω, αναφέρω, σκέφτομαι, ...
- всхожесть στα ελληνικά - βλάστηση, βλαστική ικανότητα, βλαστική, τη βλάστηση, τη βλαστική ικανότητα
Τυχαίες λέξεις
Мундштук στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρεγάλο, πουρμπουάρ, ποδοκόπι, επιστόμιο, φίμωτρο, κανόνι, αιχμή, στόμιο, ακροστόμιο, επιστομίου, το επιστόμιο
Μεταφράσεις: ρεγάλο, πουρμπουάρ, ποδοκόπι, επιστόμιο, φίμωτρο, κανόνι, αιχμή, στόμιο, ακροστόμιο, επιστομίου, το επιστόμιο