Накаленный στα ελληνικά
Μετάφραση: накаленный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βίαιος, επιτακτικός, σφοδρός, έντονος, τεντωμένος, εντατικός, καυτός, επίπονος, πυρακτώσεως, πυράκτωσης, πυράκτωσης των, πυρακτωμένο, φωτισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ара στα ελληνικά - μακώ, macaw, πτηνού ara
- бурав στα ελληνικά - άσκηση, τροχός, φίμωτρο, τριβελίζω, τρυπάνι, τρυπητής, δειγματοληπτών, ...
- восприимчивость στα ελληνικά - ευπάθεια, φόβος, σύλληψη, ευαισθησία, ταραχή, ευαισθησίας, επιδεκτικότητα, ...
- горестно στα ελληνικά - θλιβερά, λυπημένα, λυπηρά, θλιμμένα
Τυχαίες λέξεις
Накаленный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βίαιος, επιτακτικός, σφοδρός, έντονος, τεντωμένος, εντατικός, καυτός, επίπονος, πυρακτώσεως, πυράκτωσης, πυράκτωσης των, πυρακτωμένο, φωτισμού
Μεταφράσεις: βίαιος, επιτακτικός, σφοδρός, έντονος, τεντωμένος, εντατικός, καυτός, επίπονος, πυρακτώσεως, πυράκτωσης, πυράκτωσης των, πυρακτωμένο, φωτισμού