Насупиться στα ελληνικά

Μετάφραση: насупиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοφρυώνομαι, κατσουφιάζω, σκυθρωπιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση
Насупиться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • взяткодатель στα ελληνικά - δωροδοκών, δωροδοκούντα
  • вспархивать στα ελληνικά - κοκκινίζω, να λάβει, λαμβάνουν, λάβει, λαμβάνει, λάβουν
  • гомогенизировать στα ελληνικά - ομογενοποίηση, ομογενοποιεί, ομογενοποιούνται, ομογενοποιείται, ομοιογενοποιείται
  • город-гигант στα ελληνικά - μεγαλούπολης, μεγαλούπολη, Μεγαλόπολης, της Μεγαλόπολης, τη Μεγαλόπολη
Τυχαίες λέξεις
Насупиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοφρυώνομαι, κατσουφιάζω, σκυθρωπιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση