Натянутый στα ελληνικά

Μετάφραση: натянутый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφιχτός, στενός, επιτηδευμένος, ψυχρός, τεντωμένος, σε υπερένταση, τεταμένη, ένταση, τεταμένες, έντασης
Натянутый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • автоматизирует στα ελληνικά - αυτοματοποιεί, αυτόματων, αυτόματων συσκευών, αυτοματισμοί, Αυτοματοποίηση
  • гериатрия στα ελληνικά - γηριατρική, γηριατρικής, γηριατρικη, τη γηριατρική, της γηριατρικής
  • дефростер στα ελληνικά - αποψύκτης, defroster, αποψύκτη, ξεπαγώματος, αποθάμβωσης
  • доказанным στα ελληνικά - αποδεδειγμένη, αποδειχθεί, αποδεδειγμένα, αποδεικνύεται, αποδείξει
Τυχαίες λέξεις
Натянутый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφιχτός, στενός, επιτηδευμένος, ψυχρός, τεντωμένος, σε υπερένταση, τεταμένη, ένταση, τεταμένες, έντασης