Начертить στα ελληνικά
Μετάφραση: начертить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχεδιασμός, τραβώ, σκιαγράφηση, έλκω, περιγράφω, σκίτσο, επισύρω, διατυπώνω, ζωγραφίζω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бессмертный στα ελληνικά - αθάνατος, αθάνατο, αθάνατη, αθάνατα, αθάνατες
- гладь στα ελληνικά - λεία επιφάνεια, ομαλή επιφάνεια, λείας επιφάνειας, μαλακή επιφάνεια
- гнедой στα ελληνικά - κόλπος, κόλπο, κόλπου, όρμο, όρμου
- желающий στα ελληνικά - πρόθυμος, πρόθυμοι, διατεθειμένοι, πρόθυμη, διατεθειμένη
Τυχαίες λέξεις
Начертить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχεδιασμός, τραβώ, σκιαγράφηση, έλκω, περιγράφω, σκίτσο, επισύρω, διατυπώνω, ζωγραφίζω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Μεταφράσεις: σχεδιασμός, τραβώ, σκιαγράφηση, έλκω, περιγράφω, σκίτσο, επισύρω, διατυπώνω, ζωγραφίζω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει