Неспособен στα ελληνικά

Μετάφραση: неспособен, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναποτελεσματικός, δεν μπορεί να, σε θέση να, αδυνατεί να, μπορεί να, αδυνατούν να
Неспособен στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благословить στα ελληνικά - ευλογώ, ευλογεί, ευλογήσει, να ευλογεί, ευλογούν
  • воздержание στα ελληνικά - εγκράτεια, μετριοπάθεια, αποχή, αποχής, η αποχή, την αποχή, της αποχής
  • волчонок στα ελληνικά - κουτάβι, νεογνών, το κουτάβι, των νεογνών, νεογνού
  • гезенк στα ελληνικά - βασικός, συνδετήρας, κύριος, winze
Τυχαίες λέξεις
Неспособен στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναποτελεσματικός, δεν μπορεί να, σε θέση να, αδυνατεί να, μπορεί να, αδυνατούν να