Обеднить στα ελληνικά
Μετάφραση: обеднить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτωχαίνω, αποδυναμώνω, φτωχαίνει, φτωχαίνουμε, φτωχύνει, φτωχαίνουμε εμείς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вещественно στα ελληνικά - υλικά, ουσιαστικά, σημαντικά, ουσιωδώς, ουσιαστικό
- волшебство στα ελληνικά - μαγεία, αίγλη, μαγικός, ιατρικό, μαγικό, μαγική, μαγείας
- вскипание στα ελληνικά - αναβρασμός, αναβρασμό, αναβρασμού, ο αναβρασμός, αφρισμού
- грузополучатель στα ελληνικά - εκκαθαριστής, παραλήπτης, παραλήπτη, αποδέκτη, του παραλήπτη
Τυχαίες λέξεις
Обеднить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτωχαίνω, αποδυναμώνω, φτωχαίνει, φτωχαίνουμε, φτωχύνει, φτωχαίνουμε εμείς
Μεταφράσεις: φτωχαίνω, αποδυναμώνω, φτωχαίνει, φτωχαίνουμε, φτωχύνει, φτωχαίνουμε εμείς