Облучить στα ελληνικά
Μετάφραση: облучить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέρασμα, μεταχειρίζομαι, ακτίνα, αχτίδα, κερνώ, θεραπεύω, σαλάχι, ακτινοβολώ, ακτινοβολήσει, ακτινοβολούνται, ακτινοβολούν, την ακτινοβόληση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бессонница στα ελληνικά - αϋπνία, αϋπνίας, την αϋπνία, της αϋπνίας, η αϋπνία
- буклет στα ελληνικά - βιβλιαράκι, φυλλάδιο, βιβλιάριο, φυλλαδίου, βιβλιαρίου
- высокоуважаемый στα ελληνικά - αξιοσέβαστη, απολύτως σεβαστά, ιδιαίτερα σεβαστός, εξαιρετικά σεβαστό, άκρως σεβαστή
- готовиться στα ελληνικά - προετοιμασία, προετοιμάσει, την προετοιμασία, προετοιμαστούν, προετοιμάσουν
Τυχαίες λέξεις
Облучить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέρασμα, μεταχειρίζομαι, ακτίνα, αχτίδα, κερνώ, θεραπεύω, σαλάχι, ακτινοβολώ, ακτινοβολήσει, ακτινοβολούνται, ακτινοβολούν, την ακτινοβόληση
Μεταφράσεις: κέρασμα, μεταχειρίζομαι, ακτίνα, αχτίδα, κερνώ, θεραπεύω, σαλάχι, ακτινοβολώ, ακτινοβολήσει, ακτινοβολούνται, ακτινοβολούν, την ακτινοβόληση