Обслуживать στα ελληνικά
Μετάφραση: обслуживать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπηρεσία, υπηρετώ, παραβρίσκομαι, σέρβις, περιποιούμαι, εξυπηρέτηση, ρουσφέτι, επιμελούμαι, παρακολουθώ, υπηρεσίας, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аналой στα ελληνικά - αναλόγιο, αναλογίου, lectern, αναλόγιο το, αναλόγιο του ομιλητή
- атласный στα ελληνικά - σατέν, σατινέ, satin, ατλάζι
- диалектальный στα ελληνικά - διαλέκτου, διαλεκτικού, οι διαλεκτικοί, προφορικού διαλεκτικού, διαλεκτικές της
- дистиллер στα ελληνικά - ποτοποιός, οινοπνευματοποιό, οινοπνευματοποιός, οινοπνευματοποιού, αποσταγματοποιό
Τυχαίες λέξεις
Обслуживать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπηρεσία, υπηρετώ, παραβρίσκομαι, σέρβις, περιποιούμαι, εξυπηρέτηση, ρουσφέτι, επιμελούμαι, παρακολουθώ, υπηρεσίας, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών
Μεταφράσεις: υπηρεσία, υπηρετώ, παραβρίσκομαι, σέρβις, περιποιούμαι, εξυπηρέτηση, ρουσφέτι, επιμελούμαι, παρακολουθώ, υπηρεσίας, εξυπηρέτησης, παροχής υπηρεσιών