Объегорить στα ελληνικά

Μετάφραση: объегорить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φενακίζω, ζαβολιάρης, κλέβω, obegorit
Объегорить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абсцесс στα ελληνικά - απόστημα, αποστήματος, αποστημάτων, αποστήματα, απόστημα του
  • амурный στα ελληνικά - ερωτικός, ερωτευμένος, ερωτικές, ερωτική, ερωτικό
  • барристер στα ελληνικά - συνήγορος, barrister, δικηγόρος, δικηγόρο, δικηγόρου
  • детскость στα ελληνικά - παιδικότητα, παιδικότητά, την παιδικότητά, την παιδικότητα, η παιδικότητα
Τυχαίες λέξεις
Объегорить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φενακίζω, ζαβολιάρης, κλέβω, obegorit