Объём στα ελληνικά
Μετάφραση: объём, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκταση, διάσταση, εμβέλεια, βαθμός, ευχαριστημένος, ποσό, φωνή, φάσμα, όγκος, ανέρχομαι, ικανοποιημένο, πυξίδα, χωρητικότητα, διακυμαίνομαι, μέγεθος, ποσόν, όγκο, όγκου, ένταση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- голосовать στα ελληνικά - εμφαίνω, παράσταση, δείχνω, ψηφίζω, ψήφος, ψηφοφορία, ψηφοφορίας, ...
- грамм-молекула στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, μόλος, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
- деспотизм στα ελληνικά - τυραννία, δεσποτισμός, δεσποτισμό, δεσποτισμού, το δεσποτισμό, δεσποτεία
- жакетка στα ελληνικά - zhaketka
Τυχαίες λέξεις
Объём στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκταση, διάσταση, εμβέλεια, βαθμός, ευχαριστημένος, ποσό, φωνή, φάσμα, όγκος, ανέρχομαι, ικανοποιημένο, πυξίδα, χωρητικότητα, διακυμαίνομαι, μέγεθος, ποσόν, όγκο, όγκου, ένταση
Μεταφράσεις: έκταση, διάσταση, εμβέλεια, βαθμός, ευχαριστημένος, ποσό, φωνή, φάσμα, όγκος, ανέρχομαι, ικανοποιημένο, πυξίδα, χωρητικότητα, διακυμαίνομαι, μέγεθος, ποσόν, όγκο, όγκου, ένταση