Осколок στα ελληνικά

Μετάφραση: осколок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ριγώ, τουρτουρίζω, αγκίδα, συλλαβίζω, κομματάκι, ανατριχίλα, ξόρκι, διάστημα, κλάσμα, ορθογραφώ, θραύσμα, σκλήθρα, νάρθηκας, τσιπ, σχισμοειδείς, της εκτόξευσης θραυσμάτων, να θρυμματιστεί
Осколок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гарцевать στα ελληνικά - ανορθούμαι, υπερήφανος, κορδώνομαι, πήδημα ίππου, αναπηδώ
  • генералиссимус στα ελληνικά - αρχιστράτηγος
  • гигиенический στα ελληνικά - υγιεινός, υγιεινής, υγιεινή, υγιεινό, υγιεινές
  • дизайн στα ελληνικά - σχεδιασμός, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδίαση
Τυχαίες λέξεις
Осколок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ριγώ, τουρτουρίζω, αγκίδα, συλλαβίζω, κομματάκι, ανατριχίλα, ξόρκι, διάστημα, κλάσμα, ορθογραφώ, θραύσμα, σκλήθρα, νάρθηκας, τσιπ, σχισμοειδείς, της εκτόξευσης θραυσμάτων, να θρυμματιστεί