Осмотрительный στα ελληνικά
Μετάφραση: осмотрительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσεκτικός, εφεκτικός, προσεχτικός, διακριτικός, επιφυλακτικός, εχέμυθος, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астрахань στα ελληνικά - Αστραχάν, αστρακάν, Astrakhan, το Αστραχάν, του Αστραχάν
- белок στα ελληνικά - λευκός, άσπρος, λευκό, πρωτεΐνη, πρωτεΐνης, πρωτείνη, πρωτείνης, ...
- вымученный στα ελληνικά - κοπιαστικός, καταβεβλημένος, πολύμοχθος, βαρύς, δούλευαν, εργώδη, δυσκολία στην, ...
- грамота στα ελληνικά - δίπλωμα, ναύλωση, καταστατικός χάρτης, Χάρτη, τσάρτερ, charter
Τυχαίες λέξεις
Осмотрительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσεκτικός, εφεκτικός, προσεχτικός, διακριτικός, επιφυλακτικός, εχέμυθος, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική
Μεταφράσεις: προσεκτικός, εφεκτικός, προσεχτικός, διακριτικός, επιφυλακτικός, εχέμυθος, προσεκτικοί, προσεκτική, επιφυλακτική