Особо στα ελληνικά
Μετάφραση: особо, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδικά, ιδίως, ειδικώς, τα ειδικά, είναι ειδικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балансировка στα ελληνικά - εξισορρόπηση, εξισορρόπησης, στάθμιση, ζυγοστάθμισης, την εξισορρόπηση
- ветеринар στα ελληνικά - κτηνίατρος, κτηνίατρο, κτηνίατρό, τον κτηνίατρό, vet
- гарцевать στα ελληνικά - ανορθούμαι, υπερήφανος, κορδώνομαι, πήδημα ίππου, αναπηδώ
- дешевый στα ελληνικά - φτηνός, χυδαίος, χαμηλός, βάναυσος, πρόστυχος, χαμηλό κόστος, χαμηλού κόστους, ...
Τυχαίες λέξεις
Особо στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδικά, ιδίως, ειδικώς, τα ειδικά, είναι ειδικά
Μεταφράσεις: ειδικά, ιδίως, ειδικώς, τα ειδικά, είναι ειδικά