Оставаться στα ελληνικά

Μετάφραση: оставаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεχίζομαι, κατακρατώ, ξεκουράζομαι, κρατώ, υπόλοιπος, εξέδρα, εξακολουθώ, μένω, παραμένω, ησυχασμός, συνεχίζω, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει
Оставаться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ахиллес στα ελληνικά - Αχιλλεύς, Αχιλλέα, Αχιλλέας, ο Αχιλλέας, του Αχιλλέα
  • бессвязно στα ελληνικά - disconnectedly
  • бред στα ελληνικά - ενθουσιώδης, μωρολογώ, παραλήρημα, διθυραμβικός, ανοησίες, παραληρήματος, το παραλήρημα, ...
  • деспотия στα ελληνικά - δεσποτισμός, δεσποτισμό, δεσποτισμού, το δεσποτισμό, δεσποτεία
Τυχαίες λέξεις
Оставаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεχίζομαι, κατακρατώ, ξεκουράζομαι, κρατώ, υπόλοιπος, εξέδρα, εξακολουθώ, μένω, παραμένω, ησυχασμός, συνεχίζω, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει