Отава στα ελληνικά
Μετάφραση: отава, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομίχλη, επακόλουθο, συνέπεια, μετά, απόηχο, επαύριο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- базовый στα ελληνικά - ευτελής, βάθρο, βάση, βάσης, βάσεως, βασικό, βάσεων
- взаимопонимание στα ελληνικά - κατανόηση, κατανόησης, την κατανόηση, αντίληψη, της κατανόησης
- выбрасываться στα ελληνικά - πέταγμα, ρίχνω, πετώ, ρίχνονται, ρίχνεται, ρίξει, πέταξαν, ...
- дискантовый στα ελληνικά - τριπλός, τριπλασιάζω, τριπλούς, πρίμα, πρίμων, τα πρίμα, τριπλό
Τυχαίες λέξεις
Отава στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομίχλη, επακόλουθο, συνέπεια, μετά, απόηχο, επαύριο
Μεταφράσεις: ομίχλη, επακόλουθο, συνέπεια, μετά, απόηχο, επαύριο