Отесывать στα ελληνικά
Μετάφραση: отесывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λουστράρω, γυαλίζω, λούστρο, βερνίκι, στιλβώνω, otesyvat
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буги-вуги στα ελληνικά - boogie, το boogie, Μπούγκι, μπαμπούλας
- вечером στα ελληνικά - το βράδυ, το απόγευμα
- взвинчивать στα ελληνικά - εξογκώνω, δουλειά, εργασία, εργάζομαι, φουσκώνω, δουλεύω, φουσκώνουν, ...
- включиться στα ελληνικά - συνδέω, κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Отесывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λουστράρω, γυαλίζω, λούστρο, βερνίκι, στιλβώνω, otesyvat
Μεταφράσεις: λουστράρω, γυαλίζω, λούστρο, βερνίκι, στιλβώνω, otesyvat