Отклонять στα ελληνικά
Μετάφραση: отклонять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπεσμός, παραβλέπω, μαρασμός, αγνοώ, απορρίπτω, παρεκκλίνω, σκουπίδια, παρεκτρέπω, εκτρέπω, κλίνω, απολύω, απορρίψει, απορρίπτει, απορρίπτουν, να απορρίψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апельсиновый στα ελληνικά - πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα
- вельс στα ελληνικά - Wels, Βελς, το Wels, Ψείδ
- голубоватый στα ελληνικά - υποκύανος, μπλε, γαλαζωπό, γαλαζωπή, κυανωπό
- деляческий στα ελληνικά - delyachesky
Τυχαίες λέξεις
Отклонять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπεσμός, παραβλέπω, μαρασμός, αγνοώ, απορρίπτω, παρεκκλίνω, σκουπίδια, παρεκτρέπω, εκτρέπω, κλίνω, απολύω, απορρίψει, απορρίπτει, απορρίπτουν, να απορρίψει
Μεταφράσεις: ξεπεσμός, παραβλέπω, μαρασμός, αγνοώ, απορρίπτω, παρεκκλίνω, σκουπίδια, παρεκτρέπω, εκτρέπω, κλίνω, απολύω, απορρίψει, απορρίπτει, απορρίπτουν, να απορρίψει