Отколотить στα ελληνικά

Μετάφραση: отколотить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουσκεύω, αντανακλώ, αντικατοπτρίζω, εμποτίζω, καθρέφτης, αποχωρώ, αποσχίζομαι, χωρίζομαι, secede, αποσχιστεί
Отколотить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • баркарола στα ελληνικά - βαρκαρόλα, Barcarolle
  • бурдюк στα ελληνικά - προβιά, δέρμα, γδέρνω, ασκός οίνου, ΑΣΚΟΣ
  • дробленый στα ελληνικά - ψιλοκομμένος, ψιλοκομμένο, τεμαχισμένο, τεμαχισμένα, πρεσαρισμένων
  • женщина-полицейский στα ελληνικά - αστυνομικίνα, Αστυνομικίνας, αστυνομικός, policewoman, αστυνομικό η
Τυχαίες λέξεις
Отколотить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουσκεύω, αντανακλώ, αντικατοπτρίζω, εμποτίζω, καθρέφτης, αποχωρώ, αποσχίζομαι, χωρίζομαι, secede, αποσχιστεί