Открытый στα ελληνικά
Μετάφραση: открытый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυμνός, σκηνοθετώ, καθοδηγώ, εγκαινιάζω, ανοίγω, επεκτατικός, ανεμοδαρμένος, ανοιχτός, φανερός, ανοικτός, ανοιχτόμυαλος, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτοί, ανοικτό πνεύμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абдоминальный στα ελληνικά - γαστρικός, κοιλιακός, κοιλιακό, κοιλιακή, κοιλιακού, κοιλιακής
- блокада στα ελληνικά - πολιορκία, αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
- бурлак στα ελληνικά - πύργος, Bourlak
- дальномерщик στα ελληνικά - αποστασιόμετρο, αναζήτηση εύρους, μετρητή αποστάσεων, μετρητή αποστάσεων με, τηλέμετρο
Τυχαίες λέξεις
Открытый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυμνός, σκηνοθετώ, καθοδηγώ, εγκαινιάζω, ανοίγω, επεκτατικός, ανεμοδαρμένος, ανοιχτός, φανερός, ανοικτός, ανοιχτόμυαλος, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτοί, ανοικτό πνεύμα
Μεταφράσεις: γυμνός, σκηνοθετώ, καθοδηγώ, εγκαινιάζω, ανοίγω, επεκτατικός, ανεμοδαρμένος, ανοιχτός, φανερός, ανοικτός, ανοιχτόμυαλος, ανοιχτόμυαλοι, ανοιχτό μυαλό, ανοιχτοί, ανοικτό πνεύμα