Отпечатывать στα ελληνικά

Μετάφραση: отпечатывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπριμέ, τυπώνω, είδος, εντυπωσιάζω, δακτυλογραφώ, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη
Отпечатывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бросовый στα ελληνικά - άχρηστος, απόβλητα, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα
  • восхищенный στα ελληνικά - ενθουσιασμένος, ευχαριστημένος, ευτυχής, ευχάριστη θέση, στην ευχάριστη, στην ευχάριστη θέση
  • дополнение στα ελληνικά - αναβάτης, συμπλήρωμα, συμπληρώνω, ενίσχυση, συνοδεία, αναπληρωτής, add on, ...
  • жгут στα ελληνικά - τούφα, τσουλούφι, κοτσίδα, πλέκω, πτυχή, ρελιάζω, αιμοστατικός επίδεσμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Отпечатывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπριμέ, τυπώνω, είδος, εντυπωσιάζω, δακτυλογραφώ, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη