Отпугнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: отпугнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρομάζω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό
Отпугнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аморфный στα ελληνικά - άμορφος, άμορφο, άμορφη, άμορφου, άμορφης
  • баюкать στα ελληνικά - πέτρα, νηνεμία, λικνίζω, ροκ, κουνώ, ταλαντεύομαι, πείθω, ...
  • давеча στα ελληνικά - πρόσφατα, σήμερα το πρωί, το πρωί, αυτό το πρωί
  • житье στα ελληνικά - ζωή, ισόβιος, βίος, κατοικία, κατοίκηση, κατοίκησης, κατοίκησή, ...
Τυχαίες λέξεις
Отпугнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρομάζω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό