Охранительный στα ελληνικά

Μετάφραση: охранительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντηρητικός, προστατευτικός, προστασίας, προστατευτικό, προστατευτική, προστατευτικά
Охранительный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • байдарочник στα ελληνικά - kayaker, καγιάκερ, καγιάκ
  • вакцинальный στα ελληνικά - εμβόλιο, εμβολίου, εμβολίων, του εμβολίου, το εμβόλιο
  • выплывать στα ελληνικά - ροή, διάλειμμα, αντεπίθεση, διάλλειμα, ρέω, σπάζω, ανασύρεις, ...
  • жалоба στα ελληνικά - κατηγορία, έκκληση, πληροφορίες, μουγκρητό, μουγκρίζω, πάθηση, μεμψιμοιρώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Охранительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντηρητικός, προστατευτικός, προστασίας, προστατευτικό, προστατευτική, προστατευτικά