Очевидно στα ελληνικά

Μετάφραση: очевидно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρά, φαινομενικά, ξεκάθαρα, εμφανώς, προφανώς, φανερά, προφανές, φυσικά, προφανές ότι
Очевидно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • багет στα ελληνικά - κομψός, κλαδεύω, πλάσιμο, κουρεύω, ψαλιδίζω, μπαγκέτα, μπαγκέτας, ...
  • гелиоцентрический στα ελληνικά - ηλιοκεντρικός, ηλιοκεντρικές, ηλιοκεντρικό, ηλιοκεντρική, ηλιοκεντρικού
  • гондурасский στα ελληνικά - Ονδούρας, Ονδούρα, της Ονδούρας, Honduran
  • допустить στα ελληνικά - εισάγω, παραλαμβάνω, παραδέχομαι, λαμβάνω, υποθέτω, επιτρέπουν, επιτρέπει, ...
Τυχαίες λέξεις
Очевидно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρά, φαινομενικά, ξεκάθαρα, εμφανώς, προφανώς, φανερά, προφανές, φυσικά, προφανές ότι