Очко στα ελληνικά
Μετάφραση: очко, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύρος, δείχνω, κουκούτσι, δίχτυ, σπυρί, αντικρίζω, μέρος, βούλα, στίγμα, οφθαλμός, επισημαίνω, πρόσωπο, μάτι, αντιμετωπίζω, αιχμή, ζεύξη, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- болевой στα ελληνικά - πικρός, δριμύς, αλγεινός, οδυνηρός, επώδυνος, επώδυνη, οδυνηρή, ...
- виверра στα ελληνικά - ζήβεθο, μοσχογαλή, ζηβεθο, μόσχο, μόσχος
- герцогиня στα ελληνικά - δούκισσα, Δούκισσας, Duchess, αρχόντισσα, Δουκίσσης
- грета στα ελληνικά - Greta, Γκρέτα, η Γκρέτα, την Γκρέτα, η Greta
Τυχαίες λέξεις
Очко στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύρος, δείχνω, κουκούτσι, δίχτυ, σπυρί, αντικρίζω, μέρος, βούλα, στίγμα, οφθαλμός, επισημαίνω, πρόσωπο, μάτι, αντιμετωπίζω, αιχμή, ζεύξη, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο
Μεταφράσεις: κύρος, δείχνω, κουκούτσι, δίχτυ, σπυρί, αντικρίζω, μέρος, βούλα, στίγμα, οφθαλμός, επισημαίνω, πρόσωπο, μάτι, αντιμετωπίζω, αιχμή, ζεύξη, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο