Паритетный στα ελληνικά
Μετάφραση: паритетный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίσος, ίσιος, ισοτιμία, ισοτιμίας, ισότητα, ισότητας, η ισοτιμία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- возмужалый στα ελληνικά - ωριμάζω, ώριμος, μεστός, μεστώνω, καλλιεργούνται-up, ώριμο, ενήλικα, ...
- газообразный στα ελληνικά - αεριώδης, αέρια, αέριων, αέριου, αέριες
- гомологический στα ελληνικά - ομόλογος, ομόλογο, ομόλογες, ομόλογη, ομόλογου
- дунуть στα ελληνικά - χτύπημα, φυσώ, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
Τυχαίες λέξεις
Паритетный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίσος, ίσιος, ισοτιμία, ισοτιμίας, ισότητα, ισότητας, η ισοτιμία
Μεταφράσεις: ίσος, ίσιος, ισοτιμία, ισοτιμίας, ισότητα, ισότητας, η ισοτιμία