Перевозить στα ελληνικά
Μετάφραση: перевозить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβιβάζω, συνεπαίρνω, μεταφέρω, μεταδίδω, κουβαλώ, φεριμπότ, πλοίο, γεννώ, μεταφορά, μεταβιβάζω, υποφέρω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вахлак στα ελληνικά - φερέγγυος, εχέγγυος, vahlak
- вино στα ελληνικά - οίνος, κρασί, σταφύλι, μπουκάλι, εμφιαλώνω, οίνου, κρασιού, ...
- горб στα ελληνικά - τούρλα, λοφίσκος, κύρτωμα, λόφος, καρούμπαλο, καμπούρα, προεξοχή, ...
- заверить στα ελληνικά - διαβεβαιώνω, βεβαιώνω, διαβεβαιώσω, εξασφαλιστεί, εξασφαλίσει, εξασφάλιση
Τυχαίες λέξεις
Перевозить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβιβάζω, συνεπαίρνω, μεταφέρω, μεταδίδω, κουβαλώ, φεριμπότ, πλοίο, γεννώ, μεταφορά, μεταβιβάζω, υποφέρω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Μεταφράσεις: διαβιβάζω, συνεπαίρνω, μεταφέρω, μεταδίδω, κουβαλώ, φεριμπότ, πλοίο, γεννώ, μεταφορά, μεταβιβάζω, υποφέρω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν