Передовой στα ελληνικά
Μετάφραση: передовой, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρώτος, καινοτόμος, μπροστινός, εμπρός, μπρος, ηγετικός, νεωτεριστικός, προοδευτικός, κορυφαίος, προχωρημένος, αιχμή του δόρατος, αιχμή, κόψη, αιχμής, κοπτική ακμή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бессловесный στα ελληνικά - εμβρόντητος, άφωνος, άναυδος, μουγγός, σιωπηλός, χαζός, πειθήνιος, ...
- гарнировать στα ελληνικά - μαγειρεύω, μάγειρας, γαρνιτούρα, γαρνίρισμα, γαρνίρετε, γαρνίρουμε, το γαρνίρισμα
- гремучий στα ελληνικά - κεραυνοβόλο
- дружище στα ελληνικά - αγόρι, κορυφή, συνάδελφος, τύπος, άντρας, φασόλι, κολλητός, ...
Τυχαίες λέξεις
Передовой στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρώτος, καινοτόμος, μπροστινός, εμπρός, μπρος, ηγετικός, νεωτεριστικός, προοδευτικός, κορυφαίος, προχωρημένος, αιχμή του δόρατος, αιχμή, κόψη, αιχμής, κοπτική ακμή
Μεταφράσεις: πρώτος, καινοτόμος, μπροστινός, εμπρός, μπρος, ηγετικός, νεωτεριστικός, προοδευτικός, κορυφαίος, προχωρημένος, αιχμή του δόρατος, αιχμή, κόψη, αιχμής, κοπτική ακμή