Переходный στα ελληνικά
Μετάφραση: переходный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεσαίος, ενδιάμεσος, μετάβαση, μετάβασης, μεταβατική, μεταβατικής, μετάπτωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бормотание στα ελληνικά - ψιττακίζω, μουρμουρίζω, φλυαρώ, ασυναρτησίες, κελαρύζω
- высотный στα ελληνικά - ψηλός, υψόμετρο, ύψος, υψομέτρου, ύψους, το υψόμετρο
- выстаивать στα ελληνικά - παραμένω, εξέδρα, στάση, σταθεί, ηρεμία, παραμείνει, στέκονται
- досчитать στα ελληνικά - τελειώνω, κόμης, περατώνω, τερματισμός, μετρώ, τέλος, να μετρήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Переходный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεσαίος, ενδιάμεσος, μετάβαση, μετάβασης, μεταβατική, μεταβατικής, μετάπτωσης
Μεταφράσεις: μεσαίος, ενδιάμεσος, μετάβαση, μετάβασης, μεταβατική, μεταβατικής, μετάπτωσης