Печатник στα ελληνικά

Μετάφραση: печатник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τυπογράφος, εκτύπωση, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών
Печатник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бронхи στα ελληνικά - βρόγχοι, βρόγχων, βρόγχους, βρογχικές, τους βρόγχους
  • буффон στα ελληνικά - κλόουν, παλιάτσος, γελωτοποιός, buffoon, καραγκιόζη, μπούφοι
  • великодушный στα ελληνικά - φιλελεύθερος, φρόνιμος, αβρός, καλοκάγαθος, μεγαλόψυχος, ήπιος, καλόβουλος, ...
  • дотошный στα ελληνικά - περίεργος, ενδιαφερόμενος, αδιάκριτος, σχολαστικός, οξυδερκής, λεπτολόγος, σχολαστική, ...
Τυχαίες λέξεις
Печатник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τυπογράφος, εκτύπωση, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών