Пиршественный στα ελληνικά
Μετάφραση: пиршественный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθυμος, ευχάριστος, συμποσιακός, ευχάριστη, εύθυμη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- верста στα ελληνικά - φανέλα, φανελάκι, Verst
- ворочать στα ελληνικά - κίνηση, μετατοπίζω, μετακομίζω, αλλάζω, κινώ, μετακινώ, σαλεύω, ...
- гостиница στα ελληνικά - πανδοχείο, ξενώνας, ξενοδοχείο, χάνι, μπαρ, Inn, το πανδοχείο, ...
- дутье στα ελληνικά - έκρηξη, φύσημα, βλαστική, blast, ωστικό κύμα
Τυχαίες λέξεις
Пиршественный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθυμος, ευχάριστος, συμποσιακός, ευχάριστη, εύθυμη
Μεταφράσεις: εύθυμος, ευχάριστος, συμποσιακός, ευχάριστη, εύθυμη