Плодоносить στα ελληνικά
Μετάφραση: плодоносить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρπός, φρούτο, φρούτα, φρούτων, καρπούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акация στα ελληνικά - ακακία, ακακίας, ακάκια, η ακακία, αραβικό κόμμι
- апертура στα ελληνικά - οπή, άνοιγμα, ανοίγματος, διάφραγμα, διαφράγματος
- верблюжий στα ελληνικά - αδαής, καμήλας, ποτήρι, της καμήλας, καμήλου, καμηλου
- двусмыслица στα ελληνικά - ασάφεια, αμφισημία, ασάφειας, αμφιβολία, αμφισημίας
Τυχαίες λέξεις
Плодоносить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρπός, φρούτο, φρούτα, φρούτων, καρπούς
Μεταφράσεις: καρπός, φρούτο, φρούτα, φρούτων, καρπούς