Победить στα ελληνικά
Μετάφραση: победить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστίζω, καταβάλλω, κερδίζω, ήττα, μαστιγώνω, εικοσαριά, βρίσκομαι, νικώ, δέρνω, κατακτώ, σκορ, χτυπώ, ξεπερνώ, κουκούτσι, είμαι, υπερνικώ, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, κερδίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вереница στα ελληνικά - διάταξη, υποβάλλω, σειρά, τσαμπί, δέσμη, μάτσο, ορίζοντας, ...
- виновный στα ελληνικά - εγκληματίας, ένοχος, ένοχοι, ένοχο, ένοχη, ενοχή
- выкрасить στα ελληνικά - βάφω, μέντα, νομισματοκοπείο, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ...
- дорожка στα ελληνικά - διαδρομή, ίχνη, περπατώ, αθλητής, μονοπάτια, μονοπάτι, δρομέας, ...
Τυχαίες λέξεις
Победить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστίζω, καταβάλλω, κερδίζω, ήττα, μαστιγώνω, εικοσαριά, βρίσκομαι, νικώ, δέρνω, κατακτώ, σκορ, χτυπώ, ξεπερνώ, κουκούτσι, είμαι, υπερνικώ, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, κερδίζει
Μεταφράσεις: μαστίζω, καταβάλλω, κερδίζω, ήττα, μαστιγώνω, εικοσαριά, βρίσκομαι, νικώ, δέρνω, κατακτώ, σκορ, χτυπώ, ξεπερνώ, κουκούτσι, είμαι, υπερνικώ, νίκη, Κέρδισε, Win, Κέρδισε τις, κερδίζει