Повелительный στα ελληνικά
Μετάφραση: повелительный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιβλητικός, αυταρχικός, επιτακτικός, δεσποτικός, αυθαίρετος, προστακτική, έγκυρος, αλαζονικός, αγέρωχος, αγέρωχα, αγέρωχη, αγέρωχους, αγέρωχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бред στα ελληνικά - ενθουσιώδης, μωρολογώ, παραλήρημα, διθυραμβικός, ανοησίες, παραληρήματος, το παραλήρημα, ...
- вечерница στα ελληνικά - ρόκα, ρουκέτα, πύραυλος, noctule
- вожделение στα ελληνικά - λαχτάρα, απορρόφηση, πόθος, βλέψη, καημός, επιθυμία, φιλοδοξία, ...
- враньё στα ελληνικά - ψεύδομαι, κείμαι, ψέματα, βρίσκεται, έγκειται, τα ψέματα, ψεύδη
Τυχαίες λέξεις
Повелительный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιβλητικός, αυταρχικός, επιτακτικός, δεσποτικός, αυθαίρετος, προστακτική, έγκυρος, αλαζονικός, αγέρωχος, αγέρωχα, αγέρωχη, αγέρωχους, αγέρωχο
Μεταφράσεις: επιβλητικός, αυταρχικός, επιτακτικός, δεσποτικός, αυθαίρετος, προστακτική, έγκυρος, αλαζονικός, αγέρωχος, αγέρωχα, αγέρωχη, αγέρωχους, αγέρωχο